ΣΗΜΕΙΟΝ

Η ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΣΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΤΟΥ ΛΟΥΚΑ

 

                                                                 του Νίκου Παύλου

Θεολόγου-Υπ. Διδάκτορα ΑΠΘ

 

Στη Γέννηση του Χριστού, που γιορτάζουμε σήμερα, αναφέρονται δύο από τους τέσσερις ευαγγελιστές, ο Ματθαίος και ο Λουκάς. Αυτό δεν πρέπει να παραξενεύει αν σκεφτεί κανείς ότι τα ευαγγέλια δεν είναι βιογραφίες του Ιησού. Όπως είναι γνωστό, τα ευαγγέλια περιέχουν το χαρμόσυνο μήνυμα ότι ήρθε ο Σωτήρας του κόσμου, και δίνουν απαντήσεις στα ερωτήματα των μελών των πρώτων χριστιανικών  κοινοτήτων .

Στο Ευαγγέλιο του Λουκά η δομή της αφήγησης ακολουθεί την εξής πορεία (Λκ. 2,1-20): Αρχικά γίνεται λόγος για την απογραφή που είχε διατάξει ο αυτοκράτορας της Ρώμης Οκταβιανός Αύγουστος σε όλη τη ρωμαϊκή οικουμένη. Αυτό είναι το εφαλτήριο που χρησιμοποιεί ο Ευαγγελιστής για να μιλήσει στη συνέχεια για τη μετάβαση του Ιωσήφ και της Μαρίας από τη Ναζαρέτ στην πόλη του Δαβίδ, τη Βηθλεέμ, με σκοπό να απογραφούν. Εδώ γεννιέται ο Ιησούς που η Θεοτόκος τον σπαργάνωσε και τον ξάπλωσε σε ένα παχνί, γιατί δε βρήκαν μέρος στο πανδοχείο.

Ακολουθεί κατόπιν η αναφορά στους βοσκούς που έμεναν στο ύπαιθρο, για να φυλάνε τα κοπάδια τους. Σε αυτούς εμφανίστηκε ο άγγελος Κυρίου που τους φέρνει το χαρμόσυνο μήνυμα για τη γέννηση του Θεανθρώπου. Τους δίνει και σημάδι για να τον αναγνωρίσουν, ενώ παρουσιάστηκε ένα πλήθος αγγέλων που υμνούσαν το Θεό. Οι βοσκοί κατόπιν πήγαν και βρήκαν το βρέφος στο παχνί και το προσκύνησαν. Ταυτόχρονα διηγήθηκαν και τα λόγια που είχε πει ο άγγελος για το παιδί. Όλοι έμειναν έκπληκτοι ενώ η Μαρία τα σκέπτονταν συνεχώς. Τέλος, οι βοσκοί γύρισαν στα κοπάδια τους δοξολογώντας τον Κύριο γι’ αυτά που άκουσαν και είδαν.

 

***

Η μεγαλοπρέπεια της διήγησης του Λουκά είναι φανερή σε όλο το κείμενο. Όλα δείχνουν ότι μιλάει για τη γέννηση ενός βασιλιά, που ενδιαφέρει όλους τους ανθρώπους. Γι’ αυτό και στην αρχή της αφήγησης παρουσιάζει ένα γεγονός που αφορά όλους, την απογραφή, που τη συνδέει με τη γέννηση του Χριστού. Δεν είναι τυχαίο ότι αρχίζει την καταγραφή των γεγονότων, αναφέροντας το πρόσωπο του αυτοκράτορα της Ρώμης. Αυτός θεωρούνταν ο κυρίαρχος της οικουμένης. Στο κείμενο όμως γίνεται σε αυτόν μόνο μία απλή αναφορά. Εμπρός δηλαδή στο παιδί που γεννήθηκε στη Βηθλεέμ δεν έχει καμία αξία. Εξυπηρετεί και αυτός το θείο σχέδιο για τη γέννηση του Μεσσία στην πόλη του ένδοξου βασιλιά του βιβλικού Ισραήλ, τη Βηθλέεμ.

Εντυπωσιακή είναι στο κείμενο η παρουσία των αγγέλων που ψάλλουν ύμνους προς τιμήν  του νεογέννητου. Στην Παλαιά Διαθήκη, ύμνους για το βασιλιά έψαλλαν οι ιερείς. Ειδικά κατά την τελετή της ενθρόνισής του ακούγονταν οι ψαλμοί 2 και 110 που αργότερα απέκτησαν και μεσσιανικό χαρακτήρα. Στη γέννηση όμως του Χριστού ο ύμνος ακούγεται από τα στόματα των αγγέλων που τονίζουν τα καλά που έφερνε μαζί του ο Σωτήρας: «Ειρήνη στη γη, αγάπη και σωτηρία στους ανθρώπους».

Ακόμη και η γέννηση στη φάτνη είναι ένα σημείο ότι το παιδί που γεννήθηκε στη Βηθλεέμ είναι ξεχωριστό. Φανερώνει ότι δε μοιάζει με τους υπόλοιπους ανθρώπους. Δεν πρέπει να λησμονείται το γεγονός ότι η γέννηση και η παιδική ηλικία των μεγάλων μορφών της Βιβλικής Ιστορίας συνδέονταν με κάτι ιδιαίτερο. Έτσι ο Μωυσής μετά τη γέννησή του μπαίνει σε ένα καλάθι και αφήνεται στα νερά του Νείλου, ο Ισαάκ προσφέρεται  ως θυσία και ο Ιωσήφ πωλείται από τους αδελφούς του στους δουλέμπορους που τον μεταφέρουν στην Αίγυπτο. Η τοποθέτηση δηλαδή του Ιησού στη φάτνη δείχνει πως πρόκειται για μία μεγάλη μορφή, που η γέννησή του συνοδεύτηκε από παράδοξα γεγονότα.

Οι βοσκοί έχουν και αυτοί έναν ειδικό ρόλο στην αφήγηση της γέννησης. Αποτελούν τους μάρτυρες που είδαν με τα ίδια τους τα μάτια τα θαυμαστά που συνόδεψαν τον ερχομό του Ιησού στον κόσμο. Κανένας δηλαδή δε μπορεί να αμφισβητήσει το κείμενο του Λουκά, γιατί μπορούν να το πιστοποιήσουν τα πρόσωπα που πρωταγωνιστούσαν, και γεύτηκαν με τις αισθήσεις τους την είσοδο του θεϊκού στοιχείου μέσα στην ανθρώπινη ιστορία.

Όλα τα παραπάνω λοιπόν αποδεικνύουν ότι ο Λουκάς χρησιμοποιεί τις πηγές του για να περιγράψει τη λαμπρή γέννηση του Μεσσία. Η μεγαλοπρέπεια είναι παντού έκδηλη. Γίνεται με αυτόν τον τρόπο ο κήρυκας της γέννησης του Σωτήρα σε έναν κόσμο που είχε πολλές απαιτήσεις, του ελληνορωμαϊκού, τον οποίο καλούσε να δεχτεί το χαρμόσυνο μήνυμα της Βασιλείας του Θεού.